Στίς παρυφές τοῦ Ἁγίου Ὄρους εὑρισκόμενη ἡ Ἱερά μας Μητρόπολις καί καυχώμενη γιά τήν σεπτή ἁγιορείτικη αἴγλη πού προσδίδει στήν σύμπασα Ὀρθοδοξία ὁ γεραρός Ἄθως, τίμησε μέ κάθε μεγαλοπρέπεια τήν Κυριακή 5η Ἰουλίου τ.ἔ. τόν ὅσιο Ἀθανάσιο τόν Ἀθωνίτη, τόν φίλο τοῦ Βυζαντινοῦ Αὐτοκράτορος Νικηφόρου Φωκᾶ, πού ξεκινώντας ἀπό τήν Τραπεζούντα καί τήν Βιθυνία τή μοναχική του πορεία, ἔφτασε στό Ὄρος καί τό 961 μ.Χ. ἄρχισε νά κτίζη τή Μεγίστη Λαύρα, τή ραχοκοκκαλιά τῆς μεγάλης αὐτῆς μοναστικῆς καστροπολιτείας, βάζοντας τόν θεμέλιο λίθο συνάμα γιά τήν ὀργάνωση καί μεταρρύθμιση τοῦ μοναχικοῦ βίου, τό Τυπικό Λειτουργίας τοῦ ὁποίου συνέταξε.
Κέντρο τῶν ὅλων πνευματικῶν καί λατρευτικῶν ἐκδηλώσεων, τό Παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου στήν Ἐνορία Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν Παλαιοχωρίου, στόν αὔλειο χῶρο τοῦ ὁποίου εὑρίσκεται ὁ Μοναστικός Οἶκος τῆς Παναγίας τῆς Χαρᾶς τῶν Θλιβομένων καί τό φιλανθρωπικό κέντρο ἐπίσης τῆς Ἐνορίας, ὑπό τήν πνευματική καθοδήγηση τοῦ Γενικοῦ μας Ἀρχιερατικοῦ Ἐπιτρόπου, Πανοσιολογιωτάτου Ἀρχιμανδρίτου π. Ἰγνατίου Ριγανᾶ.
Τήν κυριώνυμο ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ὄρθρου καί τῆς πανηγυρικῆς Θείας Λειτουργίας προέστη ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ, πλαισιούμενος ὑπό τῶν Πανοσιολογιωτάτων Ἀρχιμανδριτῶν π. Ἰγνατίου Ριγανᾶ, π. Χριστοδούλου Στυλιανοῦ, π. Λεοντίου Καρίκα, π. Νήφωνος Καζάνα, π. Νικοδήμου Δράκου, π. Σπυρίδωνος Τόψη καί τῶν Ἱεροδιακόνων π. Ἐφραίμ Τσόλη, π. Γαβριήλ Καλαϊτζῆ καί π. Μελετίου Τσόγκα.
Παρότι κατά τήν Κυριακή αὐτή διεξήχθη ἀνά τή Χώρα τό γνωστό Δημοψήφισμα, πλῆθος Λαοῦ κατέκλυσε τόν εἰδυλλιακό χῶρο τόν περιβάλλοντα τό Παρεκκλήσιο, μέ ἐπικεφαλῆς τόν τ. Ὑπουργό κ. Χρῆστο Πάχτα, τόν Ἀντιδήμαρχο κ. Χαράλαμπο Λαζαρίδη, τόν Πρόεδρο τοῦ Τοπικοῦ Συμβουλίου κ. Σταμάτη Ρίμπα καί πολλούς Δημοτικούς καί τοπικούς Συμβούλους τοῦ Παλαιοχωρίου καί τῆς γειτονικῆς Ἀρναίας.
Στό κήρυγμά του ὁ Σεβασμιώτατος μίλησε γιά τόν Ἅγιο Ἀθανάσιο ὡς φοβερό πολέμιο τοῦ Διαβόλου καί τῶν ἀκολούθων του, συνδυάζοντας καί τό μήνυμα τῆς Εὐαγγελικῆς Περικοπῆς – Ε΄ Ματθαίου – πού ἔκανε λόγο γιά τούς δύο δαιμονιζομένους, οἱ ὁποῖοι ὡς νεκροζώντανα ἀπομεινάρια μίας λασποζωῆς, ξεπετάχτηκαν ἀπό τά μνήματα τῶν Γεργεσηνῶν πού εὐχαριστοῦντο νά κατοικοῦν καί πρόσπεσαν στό φιλάνθρωπο μεγαλεῖο τοῦ θείου Ναζωραίου.
Ὁ Διάβολος, εἶπε ὁ ὁμιλητής, πού ἡ Ἐκκλησία μας τόν χαρακτηρίζει ὡς τόν κεκηρυγμένο ἀντίπαλο τοῦ Θεοῦ καί τόν βιώνει ὡς θεομάχο, μισόκαλο, μισάνθρωπο, θεοκτόνο, ἀνθρωποκτόνο, πατέρα τοῦ ψεύδους καί τῆς ἀπάτης, εἶναι προσωπική ὕπαρξη. Εἶναι ἕνα σκοτεινό παράσιτο πού περιπαίζει καί πειράζει τήν ὅλη δημιουργία τοῦ Θεοῦ καί τόν ἄνθρωπο, ἕνα προσωπικό παράσιτο πού κάνει καί τό κακό ἕνα παράσιτο δίπλα στό ὄν.
Ὁ διάβολος ἐκμεταλλεύεται τό ψέμα περί δῆθεν αὐτοδικαιώσεως καί αὐτοσωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου, ψέμα πού ταλανίζει τό ἀνθρώπινο γένος σ’ ὅλες τίς ἐποχές. Πρόκειται γιά τήν αὐθάδεια καί τήν αὐθαιρεσία τῆς ὁμοιώσεως μέ τόν Θεό ΧΩΡΙΣ τόν Θεό. Τήν «ὕβριν» τῆς ἰσοθεΐας καί αὐτοθεώσεως πού γεννᾶ ἡ οἴηση καί ὁ ἐγωϊσμός στά σπλάγχνα τῶν λογισμῶν τοῦ ἀνθρώπου. Ἕνας πειρασμός πού αἰώνια δυστυχῶς γοητεύει τόν ἄνθρωπο...
Στούς δαίμονες, συνέχισε ὁ Μητροπολίτης, παραχωρήθηκε ἡ δυνατότητα νά προσβάλλουν τόν ἄνθρωπο, ἀλλά δέν ἔχουν τή δύναμη νά ἐκβιάσουν κάποιον, νά βιάσουν τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου. Ἀπ’ τά πάθη πού φωλιάζουν μέσα στήν ψυχή παίρνουν οἱ δαίμονες τίς ἀφορμές καί ὑποκινοῦν μέσα μας τούς ἐμπαθεῖς λογισμούς. Κατόπιν πολεμοῦν μ’ αὐτούς τόν νοῦ καί τόν παρασύρουν νά δώση τή συγκατάθεσή του στήν ἁμαρτία. Ἀφοῦ νικηθῆ, τόν ὁδηγοῦν στήν κατά διάνοια ἁμαρτία· κι ὅταν αὐτή συντελεσθῆ, τόν φέρνουν αἰχμάλωτο στήν πράξη. Κατόπιν, αὐτοί πού μέ τούς λογισμούς ἐρήμωσαν τήν ψυχή, ἀποχωροῦν μαζί μ’ αὐτούς καί μένει στόν νοῦ μόνο τό εἴδωλο τῆς ἁμαρτίας καί ἡ νέκρωση τῆς ψυχῆς (ὅσιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής).
Ἡ τέχνη τοῦ διαβόλου, κατέληξε ὁ Δεσπότης, εἶναι μέ τούς λογισμούς νά κατασκευάζη πράγματα χωρίς ζωή, νά παρουσιάζη λαμπρές ἐπιφάνειες χωρίς περιεχόμενο, χωρίς ὕπαρξη. Πρόκειται γιά τήν τέχνη τῶν κενῶν λόγων, πού, ὡς πατήρ τοῦ ψεύδους, παίρνει, προχωρώντας σέ ποικίλες μεταμορφώσεις, χρησιμοποιώντας ἀκατανόμαστα καί ἀναρίθμητα τεχνάσματα, ἀκόμη παίρνοντας καί τή θέση «ἀγγέλου φωτός». Ὅμως ἡ δύναμή του εἶναι κατά τόν Μ. Βασίλειο, «περίγειος», δηλαδή ἐξουσία στά γήϊνα, ἐξουσία πού δέν συνιστᾶ κυριαρχία πάνω στά ὄντα καθαυτά, ἀλλά εἶναι πειρασμός τῶν ὄντων πού ὁ Θεός δοκιμάζει παραχωρώντας τούς πειρασμούς. Σέ μᾶς ἐναπόκειται ἐλεύθερα νά ἐνδώσουμε ἤ ὄχι στούς αἰσχρούς λογισμούς πού μᾶς καθυποβάλλει, ἀφήνοντας ἀφύλαχτες τίς αἰσθήσεις μας ἤ ἀντιθέτως περιφρουρώντας τες μέ ἐγρήγορση καί νήψη!